200 χρόνια ακροβασίας ανάμεσα σ’ Ανατολή και Δύση.
200 χρόνια, με διχασμούς, με εμφύλιους σπαραγμούς αλλά και με θέληση να μην τα παρατήσουμε στη μέση.
200 χρόνια βαλκάνιου μεσαίωνα θεσμών αλλά και οικουμενικών Ποιητών.
200 χρόνια θάνατος και ανάσταση.
200 χρόνια στάχτες αλλά πάλι πρασινίζουν οι κάμποι.
200 χρόνια μετανάστες αλλά και αμφιτρύωνες φιλόξενοι στην απανταχού Εστία.
Πολλά πρέπει να γίνουν ακόμα, καλό είναι να γκρινιάζουμε που και που αλλά δεν έγιναν λίγα ως τώρα.
Υπάρχουν Σκιές πολλές αλλά και άλλο τόσο Φως. Ας κοιτάξει ο καθένας όπου επιλέξει.
Τα 200 χρόνια αυτά είναι ο Σολωμός, ο Καβάφης, ο Παλαμάς, ο Παπαδιαμάντης, ο Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος, Κάλβος, Εμπειρίκος, ο Σικελιανός κι ο Καζαντζάκης, είναι ο Μανώλης Ανδρόνικος, ο Σπυρίδων Μαρινάτος, ο Πέτρος Θέμελης, Γιάννης Τσαρούχης, ο Βασίλης Τσιτσάνης, η Παξινού, ο Ξαρχάκος, Θεοδωράκης, η Μελίνα, ο Χατζηδάκις, η Δημουλά, ο Ισίδωρος Ζουργός, η γενναία κα. Μπεκατώρου.
Είναι ο Θεόδωρος Κουρεντζής.
Είναι η Μαρία Κάλλας.
Είναι ο γιατρός Γεώργιος Παπανικολάου και μαζί του χιλιάδες σπουδαίοι επιστήμονες που διακόσια χρόνια δίνουν το δικό τους αγώνα.
Είναι οι λοιμωξιολόγοι που «σπέρνουν όνομα και καριέρα στα κανάλια για να θερίσουν κασέ μεγάλα όταν έρθει η «ξαστεριά» αλλά είναι και οι άλλοι, χιλιάδες γιατροί και νοσοκόμοι, γυναίκες και άντρες που δίνουν καθημερινά αγώνα στην πρώτη γραμμή των νοσοκομείων μας για να μην πεθάνουμε μόνοι μας σε κάποια ΜΕΘ.
Είναι οι φιλέλληνες σαν τον Λόρδο Βύρωνα και τη Ζακλίν ντε Ρομιγί
Είναι οι νεοέλληνες σαν τον Ρος Ντέιλι
Είναι η Φωνή της Βέμπο, του Ξυλούρη της Χαρούλας, του Παπάζογλου.
Είναι οι γυναίκες των ναυτικών που διακόσια χρόνια τώρα κάνουν τη μάνα και τον πατέρα μαζί.
Είναι οι μανάδες που αποχαιρέτησαν τα παιδιά τους για την Αυστραλία την Αμερική, τη Γερμάνια και πολλές δεν τα ξανάδαν ποτέ.
Είναι οι άντρες-πατεράδες που σιωπηλά δουλεύουν 200 χρόνια και δε βλέπουν ξύπνια τα παιδιά τους σχεδόν ποτέ, όταν γυρνούν κοιμούνται αυτά και κείνοι ξαναφεύγουν αξημέρωτα για τη δουλειά, για να έχουν εκείνα καλύτερη ευκαιρία στη ζωή, να μάθουν γράμματα, να ξεφύγουν, να γίνουν «χρήσιμοι άνθρωποι στην κοινωνία», έτσι το λέγανε 200 χρόνια τώρα.
Είναι όλα αυτά η Ελλάδα, κι ας είναι κι άλλα, γκρίζες σκιές και βαθιές πληγές. Ας αποφασίσει ο καθένας τι θέλει να δει, πού θέλει να ρίξει το βλέμμα του. Και Φως υπάρχει και σκοτάδι.
Μεγάλη ειρωνεία και παραφωνία μια μικρή μειοψηφία Ελλήνων που σαρκάζεται και γελάει μ’ όσους γιορτάζουν την επέτειο. Μεγάλη ειρωνεία, αυτοί που απαξιώνουν τον Αγώνα του 1821, είναι οι ίδιοι που μόνιμα προτείνουν «αγώνες». Αυτοί που τους φαίνεται κιτς το καρυοφύλλι μπροστά στο σιδηρολοστό και στη μολότοφ. Αυτοί που είναι σίγουροι πως η βιτρίνα του μαγαζιού στη γωνία και το παρκαρισμένο αυτοκίνητο του εργαζόμενου είναι ο μέγας εχθρός. Μεγάλη ειρωνεία η μικρή μειοψηφία, αυτοί που δακρύζουν με τον αγώνα του IRA στην Ιρλανδία και της ETA στην Ισπανία γελούν ειρωνικά με τον Αγώνα εκείνων των Ελλήνων στην Ελλάδα. Ευτυχώς πολύ μικρή μειοψηφία.
Τα 200 χρόνια είναι η Γκόλφω του Τάσου, η Γκόλφω του Περεσιάδη η Γκόλφω του Καραθάνου…
Είναι η Λωξάνανδρα με τις πίτες, τους μπακλαβάδες και τις ιστορίες της.
Είναι οι χιλιάδες πρόσφυγες Μικρασιάτες που με το θάνατο του τόπου που γεννήθηκαν έδωσαν ζωή στη Μάνα Ελλάδα.
Είναι οι χιλιάδες στρατιώτες που δε γύρισαν απ’ το Αλβανικό Μέτωπο.
Είναι ο Παναγούλης.
Είναι ο Λαμπράκης
Ο Γρήγορης αλλά και ο Χρήστος Λαμπράκης που με την αισθητική του έβαλε το δικό του λιθαράκι για να μην είμαστε απλώς Νότια Βαλκάνια και καψούρας γωνία.
Είναι ο Γκάλης που έκανε τα μικρά παιδιά να ρίξουν το βλέμμα ψηλά και να κάνουν όνειρα.
Είναι ο Αγγελόπουλος και το μετέωρο βήμα που έκανε ο Ελληνικός Κινηματογράφος χάρη σ’ αυτόν, η ματιά του που έγραψε Ιστορία μιλώντας γι’ αυτή.
Είναι όσοι ξεχνώ εγώ αυτή τη στιγμή κι όσοι θα προστεθούν στους αιώνες που έρχονται.
Είναι ο πελαργός τού χωριού πάνω στο καμπαναριό που δίπλα στη φωλιά του θα τινάξει τα φτερά τη στιγμή που ο πάπας θα πει Χριστός Ανέστη.
Ένας τσολιάς ρεμπέτης έφηβος, κάνει σκέιτινγκ, πηδάει το φράχτη των απάτριδων και προχωρεί ακάθεκτος στο Μέλλον.
Χρόνια Πολλά σε όλους όσους δε βλέπουν το ποτήρι μισοάδειο, κι εύχομαι όσοι γιορτάσουν τα 300 χρόνια, να ‘χουν άλλους τόσους παγκόσμιους Έλληνες να καμαρώνουν
Υ.Γ: Απ’ τα 200 αυτά χρόνια, τα 50 είναι δικά μου. Κι απ’ τα 50 τής ζωής μου, πάνω απ’ τα μισά τα έχω ζήσει εκτός Ελλάδος, εξ αποστάσεως, ίσως, για να μπορώ να την αγαπάω με τα ελαττώματά της.
Κάνοντας τον δικό μου απολογισμό με αφορμή αυτή την επέτειο, συνειδητοποιώ πως όταν έγινα πατέρας, με δεδομένο πως στη Μαδρίτη σχολείο ελληνικό δεν υπήρχε και δεν υπάρχει, εμμονικά προσπάθησα να μάθει η Άλμπα μου ελληνικά. Σα να ήταν ένα συμβόλαιο που είχα υπογράψει το ένιωθα μέσα μου. Θυμάμαι κάτι βράδια, πίσω στο 2008, ήταν 3 χρόνων μωρό η Άλμπα και τής διάβαζα την Αηδονόπιτα για ν’ ακούει ελληνικά με την κρυφή ελπίδα μια μέρα να τη διαβάσει μόνη της, και την Αηδονόπιτα κι όλο τον πλούτο που έχει γραφτεί στη γλώσσα την Ελληνική!
No comments:
Post a Comment