Ευχαριστώ από καρδιάς.
Υ.Γ: Ραντεβού ξανά στα "ΔΟΝΤΙΑ ΤΟΥ ΔΑΝΤΗ" 20-25 Απριλίου...
Γ.Λ.
ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ – ΤΑ ΑΠΟΚΡΥΦΑ
Στο μεσοστράτι απάνω της ζωής μου
σε σκοτεινό πλανήθηκα σοκάκι,
γιατί ο ίσος δρόμος ήταν αστοχεμένος.
Στης κόλασης σαν διάβηκα το μέγα κατηφόρι,
στης Στύγας τις ταφόπετρες αντίκρυ,
μορφή διακρίνω παραστρατημένη.
Ζυγώνω εκ του πλησίον και, γνώριμος μου φαίνεται ο ίσκιος της, θαρρώ ο Γιάννης είναι, τούτος που κουβαλά πλίνθος βαριούς χωρίς έλεος, χωρίς σταματημό. Ευθύς αμέσως τον ρωτώ:
– Τι λόγος εβρέθη για σε να καταλήξεις εδώ κάτου στα καζάνια της καταφρόνιας με εφτά πάπες αντάμα;
Εκείνος σηκώνει αργά το αποστεωμένο βλέμμα του και με φωνή ξέπνοη και απόκοσμη ορθώνει λόγο παραπόνου:
– Ήμουν Μάγος, αιρετικός, Μέγας αιρετικός ως προς τα κλασσικά προγράμματα των τουριστικών γραφείων. Το δόγμα τους κατάφωρα επαραβίασα λοξεύοντάς το. Οργάνωσα ταξίδια να τα φχαριστιούνται μέχρι Θεοί και Δαίμονες, πλούσια, άπληστα και κολασμένα με όλες μέσα τις ηδονές. Καμιά μεταμέλεια, εδώ με το Τάρταρο παρέα για πάντα θα ‘μαι. Ωιμέ!
– Ώστε εσύ είσαι λοιπόν που έβαψες το κόσμο κόκκινο με αυτήν την αμαρτία; Μεγίστη προφητεία θα τολμήσω: οι άνθρωποι θα σε ακολουθούν παντού πιστά ακόμα και στα άδυτα εδώ τα τρίσβαθα και ας είναι η ζέστη φοβερή. Και έτσι πια αρχινώ να απομακρύνομαι για παραπέρα.
Αγνάντι ξεπροβάλλει το βουνό του Εξαγνισμού, δίπλα και ο Κάτωνας, ο άγρυπνος φρουρός του. Δρασκελώντας καταμεσής στη λιθόστρωτη λεωφόρο του Καθαρτηρίου θορώ 1 πούλμαν και μια οικεία φιγούρα να επισκευάζει κάτι σαν μικρόφωνο, απ΄ όσο διακρίνω…
Ναι, είναι ο Giovanni μέσα σε μια άμαξα από το μέλλον. Τον ζυγώνω και απευθύνω ερώτημα με το μέγα «γιατί εδώ».
Εκείνος με πράο κελάηδισμα μου απαντά. Για την ΟΡΓΗ και το ΦΘΟΝΟ.
Μα απορώ και συνεχίζει…
-Για την οργή και το φθόνο που προκαλώ στους άλλους οδηγούς λεωφορείων με τη τεχνική και τα κόλπα μου σαν πιάνω το τιμόνι!
Πολύ με ευχαριστεί η απάντηση που φτάνει προς τ’ αυτιά μου και όλο γαλήνη πλέον συνεχίζω τη ρούγα μου ανυψωτικά.
Κει πάνω στο παράδεισο σα φτάνω, μια ψυχή αγνή με λαλιά που αναβλύζει απογοήτευση, ακούγεται από αλάργα να μουρμουρά: –
-Είμαι ο Μάρκο και βαριέμαι στην Εδέμ της αδράνειας να μυρίζω λουλουδάκια όλη μέρα. Ακράτειαν αχαλίνωτη έχω, να πάω στην Ελλάδα ποθώ.
Τον σιμώνω και ρωτώ «από δω τότε πως»;
Μου αποκρίνεται: Στο παράδεισο έφτασα χάρη στη μετάνοια. Το ανόμημά μου ότι ΠΡΟΔΩΣΑ το ιταλιάνικο lifestyle που εξέθρεψε κάποτε τη νιότη μου, άσε δε, που πάλεψα και την υπέρμετρη λαγνεία μου για καλό κρασί και φαγητό. Μου συγχωρέσανε ακόμη και την βιαιοπραγία στην οποία υπέπεσα εδώ στων αγγέλων το κήπο, όταν κάποιος με φτερά στη πλάτη, μού εζήτησε τη συνταγή για Piccci με κρέμα γάλακτος και του έδωσα μια ωραία μπουνιά στη μύτη. Όχι κύριε Άγγελε, όσα φτερά κι αν έχεις, κρέμα γάλακτος στην ιταλική κουζίνα δε θα βάλεις. Αυτά είναι «ελληνοποιήσεις» παράνομες και χυδαίες… Ποτέ κρέμα γάλακτος στην ιταλική κουζίνα σας ικετεύω! Μαύρο το μάτι του Αγγέλου που το τόλμησε, μαύρο απ’ τη μπουνιά μου και ξεπουπουλιασμένος, φτερά και πούπουλα Αγγέλων Ψευδο-Σεφ παντού μα… τη θέση εδώ δεν έχασα – που να βρει ο Θεός αντικαταστάτη έτσι έντιμο, πρόσχαρο και θαρρετό!
Με περισσή λοιπόν ικανοποίηση, παίρνω το μονοπάτι ανάποδα, σιγοεπιστρέφω στον Άδη πάλι, να ξαναβρώ το Βιργίλιο, που ως ειδώλων λάτρης, του παραδείσου το κατώφλι να διαβεί δεν ημπορούσε. Σαν προσεγγίζω όμως εκεί που του Κέρβερου η ανάσα είναι καυτή, το θέαμα είναι απρόσμενο. Ο Βιργίλιος έχει μυστικό συναπάντημα με το Γιάννη, τον γεμάτο, κάματο φορτωμένο…
Κρύβομαι σε κάτι του Άδη σπάρτα, κρυφοκοιτάζω, τί να δω…
Κι οι δύο σε κάποια ιδέα φαίνονται να χαμογελούν. Σαν κάτι να σκαρώνουν, μα τί; Μηδενίζω με γοργά βήματα την απόσταση μας, κρυφακούω και μαθαίνω: ονειροπολούν λέει πως σαν έλθει η αιωνιότητα σε πέρας θα πάνε μαζί μια εκδρομή μεγάλη που θα τελειώσει μονάχα σαν φτάσουνε στα Άστρα.
Group Τοσκάνη 3 (Αύγουστος 2018)
Αμέσως μετά την ανάγνωση του κειμένου στο λεωφορειο, ήρθε και το το δώρο της Θένιας, στίχοι της, για όσα μοιραζόμαστε κάθε φορά...
Ταξίδεψε με, βήμα πίσω δε θα κάνω είναι το πάθος δυνατό μα δε φοβάμαι
όσα δε τόλμησα απόψε τα θυμάμαι με ένα χάδι θα αφεθώ σε όσα δεν φτάνω
Κλείνω τα μάτια και αφήνομαι στους ήχους
η μουσική φτιάχνει εικόνες που μαγεύουν
όλα τα έντυσα με λατρεμένους στίχους
για όλους εκείνους που ποθούνε να ξεφεύγουν
Με τον Marcoκαι τον Giovanni στους αγρούς της Τοσκάνης
Με φόντο τη Φλωρεντία
Στο Arezzo του La Vita é Bella
Στην Αρένα της Βερόνα με την Πίιτσα διαβάζοντας περί Έρωτος
Το χειρόγραφο
No comments:
Post a Comment