Φεύγαμε για διακοπές εκείνη τη μέρα γιατί σε περιμέναμε αργότερα, καλού-κακού πριν φύγουμε, πρωί-πρωί η ama πήγε στο γιατρό,
«πού πάτε μαντάμ» της λέει,
«σε λίγο γεννάτε».
Φαντάσου πόσο διακριτικά ερχόσουν, κομψά, χωρίς πόνους.
Και σε περιμέναμε…
Είχε πάει αργά το απόγευμα, αν ήταν χειμώνας θα ‘χε νυχτώσει, περίμενα, περίμενα, βγήκα για τσιγάρο, κάπνιζα σα φουγάρο τότε, με το που τ’ ανάβω ακούω φωνή «τρέξε…»
Τρέχω κι είδα το θαύμα ζωντανά μπροστά στα μάτια μου, σιγά-σιγά να εμφανίζεσαι, νερό, και δάκρυα, κεφάλι, λαιμός, ώμοι, στήθος, χεράκια, πόδια πιο μικρά κι απ’ όσο τα είχα φανταστεί αλλά που θα σε παν μακριά, νερό και δάκρυα, 8:05 το βράδυ το θαύμα…
Όταν έγινες 1,5, ίσα που περπατούσες, έγινε το περίφημο επεισόδιο που το θυμόμαστε κι οι δυο και γελάμε πια αλλά δεν ήταν και τόσο αστείο όταν το ζήσαμε, ειδικά για σένα, για την ημέρα εκείνη λέω που δε σου έδινα νερό αν δε μου το έλεγες στα ελληνικά,
«όχι agua νεράκι»
«όχι agua νεράκι»
«αν συνεχίσεις να λες το νεράκι agua στο μπαμπούλη, νεράκι δε θα δεις»
«όχι agua νεράκι»
«όχι agua νεράκι»
Και ω του θαύματος έκτοτε, σα να πατήθηκε μέσα σου κουμπί επιβιώσεως, σαν κάποιος φύλακας άγγελος μέσα σου να σου είπε:
«αυτός είναι τρελός, πρέπει να του μιλήσεις στα ελληνικά αλλιώς θα πεθάνεις απ’ τη δίψα»
έκτοτε, ποτέ δε μου μίλησες σε άλλη γλώσσα.
Συγνώμη και γραπτώς για κείνη την ημέρα, καταλαβαίνω, η φύση μας γέρνει προς το εύκολο, στην Ισπανία ζούσαμε, ισπανικά άκουγες παντού, αυτό ήταν και το εύκολο και το φυσικό να σου βγει, αλλά, χωρίς τα ελληνικά Άλμπα μου, τί σχέση θα είχες σήμερα με όσους στην Ελλάδα σ’ αγαπάνε; Με την Ελλάδα τί σχέση θα είχες; Η γλώσσα είναι σχέση και πατρίδα, γι’ αυτό επέμεινα.
Κάναμε μαθήματα ελληνικών μιλώντας μόνον ελληνικά στο σπίτι και μετά, όταν έγινες έξι, περάσαμε σε πιο ειδικευμένα, κάναμε μαθήματα ειρωνείας θυμάσαι;
Σου είχα πει πως η Ειρωνεία, είναι ένα μαγικό καράβι. Μπορεί να βουλιάξει και να σε πάρει μαζί του στο πάτο αλλά μπορεί και να σε πάει στα πιο «εξωτικά» μέρη. Σου ‘πα πως είναι το πιο σύντομο μέσο να πας εκεί ή να πεις αυτό ακριβώς που θέλεις.
Σου ‘δωσα παραδείγματα, σου ‘δωσα εικόνες, γελάσαμε, σου ‘δωσα κι άλλα παραδείγματα κι άλλα κι άλλα και μετά σου ζήτησα ένα δικό σου.
«Κάπνισε κανένα τσιγαράκι μπαμπούλη, δεν κάπνισες καθόλου σήμερα» μου είπες…
Πέντε πακέτα κάπνιζα τότε, μόνο με τσιγάρο στο χέρι με είχες γνωρίσει αλλά, το εύστοχο παράδειγμά σου μ’ έκανε για πρώτη φορά να σκεφτώ την απίθανη ως τότε πιθανότητα να το κόψω.
Και το ‘κοψα δυο χρόνια μετά, όταν έγινες οχτώ.
Όταν άρχισαν τα πολλά ταξίδια σου εξήγησα την ειρωνεία τού να πρέπει να δεθούμε, να καθηλωθούμε αλυσοδεμένοι στο αεροπλάνο για να μπορέσουμε να πετάξουμε. Τί είναι αυτό; Μόνο δεμένος απογειώνεσαι;;; Ειρωνεία είπαμε…
Εγώ ειδικά πετούσα πολύ και η μέρα των γενεθλίων σου μ’ έβρισκε πάντα μακριά, χρόνια τώρα δε φυσήξαμε μαζί κεράκια. Γι’ αυτό άρχισα να σου γράφω γράμματα ενοχικά κι επιστολές ανοιχτές, για να ‘μαι παρών με όποιον τρόπο μπορώ, να μην είναι ένα τηλεφώνημα που το παίρνει η λήθη, να ναι γράμματα στα χέρια σου, να τα πάρει ο χρόνος και να τα κιτρινίσει, να τα βρεις μια μέρα όταν θα ‘σαι 100, όταν μια μέρα θα έχεις ασημένια μαλλιά, κότσο μαζεμένα, έτσι σε φαντάστηκα κι έτσι σε είδα στον ύπνο μου, τότε που εγώ θα είμαι φωτογραφία σε ράφι, να έχεις αυτές τις ανοιχτές ευχητήριες επιστολές κι ίσως να πεις «τελικά δεν ήταν και τόσο απών ο πατέρας μου».
Και συνέχισα να σου γράφω και να σου εξηγώ πως πρέπει να δουλέψω, γι’ αυτό δεν είμαι εκεί, όπου κι αν ήταν το εκεί και το δικό σου και το δικό μου, συνέχισα να σου γράφω και να σου εξηγώ την Ειρωνεία του τριγώνου
Δουλειά-Χρήματα-Χρόνος
Έχω δουλειά
Έχω χρήματα
Δεν έχω χρόνο
Δεν έχω δουλειά,
έχω χρόνο
δεν έχω χρήματα
Διεστραμμένο Τρίγωνο, θα σε τετραγωνίσουμε φέτος όχι με λογική, με αίσθημα, φέτος, θα κάνουμε τρίπλα στη ζωή, ειρωνεία στην ειρωνεία του «τριγώνου» και ειρωνικά θα πούμε: Ευχαριστούμε κορωνοϊέ, παρότι μας στέρησες πολλά, άθελά σου μας έδωσες την ευκαιρία να περάσουμε τόσους μήνες μαζί.
Ευχαριστούμε κορωνοϊέ που μας έδωσες όσα μόνοι μας δεν ήμασταν ικανοί να δώσουμε στον εαυτό μας. Χρόνο.
Άλμπα μου, σε περιμένω. Το δώρο σου φέτος είναι να σπάσουμε το τρίγωνο. Φέτος έχουμε Χρόνο και θα τον περάσουμε μαζί. Μαζί και στα δικά μου γενέθλια, για πρώτη φορά στα 15 σου χρόνια θα γιορτάσουμε μαζί και τα δικά μου γενέθλια… Μισός αιώνας, σε περιμένω και φύγαμε για Σαντορίνη, Μύκονο, Πάρο, Νάξο… τα έχω κανονίσει όλα.
Είναι γεμάτη ειρωνείες η ζωή Άλμπα μου, το είδες και μόνη σου σ’ αυτά τα πρώτα 15 χρόνια της ζωής σου. Δες τί έγινε τους τελευταίους μήνες, ούτε η πιο σκληρή δικτατορία, ούτε πόλεμος δε θα μπορούσε να κλείσει μέσα στο σπίτι τόσα δισεκατομμύρια ανθρώπους κι όμως, ένας μικρός-μικρός ιός…
Δέξου τη ζωή Άλμπα μου έτσι όπως είναι και παίξε, μην πάρεις ποτέ τα πράματα πολύ στα σοβαρά, το πιο σοβαρό απ’ όλα είναι να είσαι χαρούμενη με ό,τι κάνεις. Κι όταν δε θα σαι, έχεις εκείνο το παλιό «παιχνίδι» που παίζαμε όταν ήσουν μικρή: την Ειρωνεία και τον αυτοσαρκασμό.
Σ’ αγαπάω Άλμπα μου και σε περιμένω
μπαμπούλης
Αθήνα, 18/7/2020