ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΒΟΛΤΑ: Ταξιδιωτικός Οδηγός Ναργιλέ.
Κυριακή σήμερα θα πάω στο Ράστρο. Είναι το Παζάρι της Μαδρίτης που γίνεται κάθε Κυριακή. Τύφλα να ’χει το Παζάρι της Λάρισας στις δόξες του! Χαμός, κόσμος πολύς.
Σκέφτηκα να «σας κάνω» μια βόλτα από κει, είναι ιδανική η Κυριακή για βόλτες. Να ξεκινήσουμε απ’ το σπίτι μου στην Πουέρτα Ντε Τολέδο, ν’ ανεβούμε προς τη Λα Λατίνα και να πάρουμε τους δρόμους και τα δρομάκια ανάμεσα σε μικροπωλητές με πραμάτεια όλη φτιαγμένη στην Κίνα ή στις Ινδίες. (Ώρες-ώρες νοιώθω ότι και γω εκεί «φτιάχτηκα», εκεί έγινε η «σύλληψή» μου αλλά διαβατήριο η μάνα μου κι ο πατέρας μου έβγαλαν το 2005, όταν γεννήθηκε η Άλμπα, κι έτσι το αποκλείω.) Έλεγα να σταματούσαμε και για ένα κρασάκι σ’ ένα πολύ ωραίο και πάμφθηνο ταπάδικο, μετά να πάμε μέχρι το Μερκάδο Σαν Μιγκέλ για ένα βερμούτ, ναι, πίνουν πολύ βερμούτ οι ισπανοί και ειδικά τελευταία. («ΤΟ ’60 ΕΙΝΑΙ ’ΔΩ ΜΕΤΑΜΦΙΕΣΜΕΝΟ ΔΥΝΑΤΟ». Όταν πάω στο Σαν Μιγκέλ και τους βλέπω, νοιώθω ότι ανα πάσα στιγμή θα βγει πίσω από τον πάγκο ο Κωνσταντάρας με την Αρώνη να…)
Δε θα κάνουμε όμως αυτή τη βόλτα σήμερα. Άλλη Κυριακή. Σήμερα θ’ αφήσω να σας ξεναγήσει ένας καλός φίλος (και πολύ γενναιόδωρος μαζί μου) ο Χάρης Τρουβάς. Θα σας ξεναγήσει στην Αθήνα. «ΕΝΑ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑΙΚΗ ΑΡΑΒΙΑ» λέγεται το «οδοιπορικό» του που λένε και οι δημοσιογράφοι. Δε θέλω να κάνουμε σήμερα τη βόλτα στη Μαδρίτη μη σκεφτεί και κανένας μέρες που ’ναι ότι το κάνω κι από κακία, με τόσα Νέα Σωτήρια Μέτρα να σας μιλάω για Ταξίδια. Ωραία είναι κι η Αθήνα μας. Τώρα ειδικά που θα την ξανανακαλύψουμε.
Μη φοβηθείτε κατά τη διάρκεια της βόλτας. Δεν πρέπει να υποκύψουμε στο Φόβο. Ούτε στην «Ασφάλεια» που προσφέρει η Χρυσή Αυγή. Ξέρω πολύ καλά ότι πριν ένα χρόνο περίπου ένας πακιστανός σκότωσε έναν άνθρωπο την ώρα που συνόδευε τη γυναίκα του να πάει να γεννήσει, ξέρω και για το κοριτσάκι στην Πάρο, ξέρω ότι η Ελλάδα δεν αντέχει άλλους ξένους, αλλά ξέρω κι ότι αυτοί θα προτιμούσαν να είναι στην Πατρίδα τους. Ποιος τους έφερε είναι το θέμα. Ποιος τους ξεσπίτωσε. Αυτός είναι ο αίτιος και της δικιάς τους και της δικιάς μας δυστυχίας.
Αιώνες τώρα έρχονται ξένοι στην Ελλάδα. Και πριν να γεννηθεί το πρώτο τους εγγόνι, καμάρωναν ήδη πως είναι έλληνες.
Αν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι για να 'χουν λόγο να ξανακαμαρώσουν... Κι αυτούς θα τους συνέφερε. Θα ξεχνιόταν λίγο με την καινούρια τους και θα ξεχνούσαν για λίγο την παλιά τους την πατρίδα. Και θα λυτρώνονταν. Κι αυτοί και μεις.
Σε μια τέτοια Ελλάδα, δεν έχει θέση καμιά Χρυσή Αυγή. Πέντε γραφικοί θα μείνουν.
Αν μπορούσαμε να κανουμε κάτι, γρήγορα όμως, πριν να βγει απ' το "φούρνο" η καινούρια φουρνιά από λαμόγια. Γιατί θα βγει σίγουρα. Ειδικά αν αργήσουμε.
Το πιο δύσκολο έχουμε να κάνουμε: Να μην κάνουμε αυτό που ελπίζουμε να κάνουν οι ξένοι "μας". Να μη μηρυκάζουμε, να μην καμαρώνουμε σα βλαχάκια για την καινούρια μας πατρίδα: την Ευρώπη. Φέροντες Δοκοί της σύγχρονης Ελλάδας, απ' τον Μακρυγιάννη μέχρι τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, τον Τσαρούχη και τον Χατζιδάκι, το Σεφέρη και τον Ελύτη, τους άκουσε ποτέ κανείς να καμαρώνουν για το πόσο ευρωπαίοι είναι; Με την ταυτότητά τους την ελληνική γίναν και ευρωπαίοι και παγκόσμιοι.
Να κόβαμε τη ντρόγκα του μηρυκασμού, την ευκολία του μεταπράτη!
Αλλά είναι να μην τ' αρχίσεις τα ναρκωτικά. Και οι παρέες, παίζουν μεγάλο ρόλο οι παρέες! Με τον κ. Κουβέλη, - είδος πια, σ' όλα τα κόμματα μπορείς να το βρεις, - πώς να κοπεί η ντρόγκα; Κόβεις το τσιγάρο άμα βγαίνεις κάθε βράδυ έξω με τη Μελίνα και τη Μαλβίνα;
Καλή Κυριακή.
Υ.Γ.: Ένας σπουδαίος Ισπανός φιλόσοφος ο Ουναμούνο είπε ότι: «Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΤΑΙ ΜΕ ΔΙΑΒΑΣΜΑ ΚΑΙ Ο ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ»
EL GRECO
Απόγευμα στην Αθηναϊκή Αραβία
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΤΡΟΥΒΑΣ
Δοκιμάσαμε όλα τα ναργιλεδάδικα του κέντρου, σε μια βόλτα με
μπόλικο καπνό, λουλά και τουμπεκί.
Μ΄ αρέσουν πολύ τα ναργιλεδάδικα της Αθήνας. Για τρεις λόγους: ο
ένας, γιατί μου δίνουν μια ψευδαίσθηση ταξιδιού, τόσο χρήσιμη κι
απαραίτητη τώρα που όλο και πιο δύσκολα πια θα μπορώ να ταξιδεύω. Ο άλλος,
γιατί νιώθω μεγάλη συγγένεια με τους μετανάστες: μετανάστης κι εγώ –
εσωτερικός, έστω – μισή ζωή στην Αθήνα, κι ακόμα ξένος. Καμιά ιδιοκτησία δε με
δένει μ’ αυτό τον τόπο, και το μόνο που έχω καταφέρει είναι να αυτοσυντηρούμαι
– κι αυτό με πολλή τσιγκουνιά, πια. Κι ο τρίτος - ή πρώτος; - λόγος: επειδή μ’
αρέσει ο ναργιλές.
Τα ναργιλεδάδικα της Αθήνας είναι σκορπισμένα σε τρεις
γειτονιές: Πατήσια, Μεταξουργείο και Καλλιθέα. Καθεμιά από τις γειτονιές αυτές
έχει το δικό της χαρακτήρα, το δικό της χρώμα, τους δικούς της ανθρώπους και τα
δικά της μαγαζιά.
Ξεκινάω απ’ τα Πατήσια. Βγαίνοντας από το σταθμό «Άγιος
Νικόλαος» του ηλεκτρικού, βρίσκομαι στην ομώνυμη πλατεία. Εφαπτόμενη στην
Αχαρνών, η πλατεία είναι φυσικό να συγκεντρώνει πολλούς μετανάστες της περιοχής
και αρκετές φορές, δυστυχώς, να βρίσκεται στο στόχαστρο των φασιστών.
Πρώτο μαγαζί που βρίσκω μπροστά μου είναι η «Σουλτάνα», με
επιγραφή «παραδοσιακό ανατολίτικο καφενείο». Τη δουλεύει εδώ και δύο χρόνια ο
Μισέλ, που στις αρχές του `90 ήρθε από την πόλη του Καβάφη. Εκτός από ναργιλέ,
τσάι, καφέ και ποτά, φέτος ετοιμάζεται να δουλέψει και την κουζίνα. Λίγο
παρακάτω, ο Αμπλατίφ Αλαουίς από τη Συρία, έχει το «Aleppo». Το μαγαζί
βρίσκεται στο πλάι τ’ Αη Νικόλα, κι όταν η τηλεόραση παίζει μπάλα, πολλοί
κάθονται στα σκαλάκια της εκκλησίας και βλέπουν, στήνοντας έτσι ένα πρόχειρο
θερινό σινεμά.
Παίρνω το τρένο, και επόμενη γειτονιά, το Μεταξουργείο. Βγαίνω
απ’ το σταθμό και πιάνω τη Λεωνίδου από την αρχή της. Βρίσκω στ’ αριστερά μου
τη «Lilalina» (προφέρεται «Λαϊλαλίνα»), που στα αιγυπτιακά σημαίνει «η δική μας
νύχτα». Ο Αιγύπτιος Άχμετ έχει διαμορφώσει το χώρο έτσι ώστε να παραπέμπει
περισσότερο σε καφετέρια παρά σε καφενείο, στοχεύοντας σε ένα κοινό πιο
νεανικό. Εδώ, μια βραδιά του περασμένου χειμώνα, ήμασταν μεγάλη παρέα και
κάποια στιγμή πεινάσαμε. Το μαγαζί δε σερβίρει φαγητό, «συνεργάζεται» όμως με
σουβλατζίδικο της γειτονιάς, κι ο Άχμετ μας έδωσε προσπέκτους να κάνουμε την
παραγγελία. Είναι το πιο πρωτότυπο ντελίβερι που παράγγειλα ποτέ: από μαγαζί σε
μαγαζί!
Έχω πολλά ν’ αφηγηθώ απ’ αυτό το μαγαζί, αφού κατά κάποιο τρόπο
είναι στέκι μου. Άκουσα πολλή αράβικη μουσική εδώ μέσα κι ιστορίες
αρκετών ανθρώπων. Κάποτε έκατσα παρέα με έναν Παλαιστίνιο, που μου μίλησε για
την ομορφιά της Μεσοποταμίας και για τα ποιήματα του Νταρουίς. Εδώ γνώρισα και
τον Άχμετ, έναν Ιρακινό φοιτητή. «Κάποιες νύχτες ο ουρανός της Αθήνας μού
θυμίζει τον ουρανό της Βαβυλώνας», μου είπε μια τέτοια νύχτα που περπατήσαμε
μαζί φεύγοντας.
Έχει πολλή ζωή και πολύ ενδιαφέρον αυτή η γειτονιά της Αθήνας.
Λες και βγήκε από το «Σοκάκι της αμαρτίας» του Μαχφούζ.
Φεύγοντας, λέω στον Ιμέτ ότι μια από τις επόμενες μέρες θα
περάσω με ένα φωτογράφο για να τραβήξει φωτογραφίες για ένα περιοδικό και μου
λέει χαμογελώντας: «Μαγαζί δικό σου είναι. Ό,τι θέλεις κάνε».
Αφήνω πίσω μου τις «Πυραμίδες της Αιγύπτου» και βγαίνω στην
παράλληλη της Λεωνίδου, τη Μεγάλου Αλεξάνδρου. Στο νούμερο 85 βρίσκεται η
«Νούρα», που στα συριακά σημαίνει «Φωτεινή». Τη «Νούρα» την άνοιξε το 2006 ο
Ηλίας Αντύπας, Έλληνας εκ Συρίας, δισέγγονος του θρυλικού επαναστάτη Μαρίνου
Αντύπα! Ο συνονόματος παππούς του Ηλία – γιος του Μαρίνου – εγκαταστάθηκε τον
προηγούμενο αιώνα στη Συρία, στην πόλη Αλέπο (ή Χαλέπι). Ο Ηλίας πριν έξι
χρόνια αποφάσισε να επιστρέψει στη χώρα του παππού και του προπάππου του για
οικονομικούς λόγους αλλά και για να μάθουν τα παιδιά του ελληνικά, αφού στη
Συρία δεν υπάρχουν ελληνικά σχολεία.
Η «Νούρα», εκτός από τους ναργιλέδες της, φημίζεται και για την
κουζίνα της, και ιδίως για τα φαλάφελ, που ο Γιάννης, ο γιος του Ηλία,
παινεύεται ότι είναι τα καλύτερα της Αθήνας. Όπως οι «Πυραμίδες της Αιγύπτου»,
έτσι και η «Νούρα» βγάζει τραπεζάκια στο πεζοδρόμιο και είναι ό,τι πρέπει για
τις ζεστές νύχτες του καλοκαιριού. Από πελατεία έχει και Άραβες και Έλληνες,
και άντρες και γυναίκες, σε αντίθεση με τα δύο άλλα μαγαζιά της γειτονιάς, όπου
Έλληνες και γυναίκες σπανίζουν.
Κατεβαίνοντας τη Μεγάλου Αλεξάνδρου, σκέφτομαι πόσο περίεργο
είναι που τα μαγαζιά αυτά συνυπάρχουν στην ίδια γειτονιά με τους πιο
εναλλακτικούς και ψαγμένους καλλιτεχνικούς χώρους της Αθήνας, αλλά πάλι λέω ότι
και τα καλύτερα ναργιλεδάδικα της Πόλης δίπλα στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
βρίσκονται. Οι μεγάλες πόλεις χωράνε τα πάντα.
Μετά βγαίνω Θησέως και την κατεβαίνω με τα πόδια μέχρι το
εκκλησάκι της Αγίας Ελεούσας. Εδώ βρίσκονται μαζεμένα τρία μαγαζιά.
Απέναντι από το εκκλησάκι και πάνω στη Θησέως είναι η «Αl
Sokareia», που στα αιγυπτιακά σημαίνει «Ζαχαρένια» και τη λειτουργεί εδώ και
πεντέμισι χρόνια ο Μάγκντι. Το μαγαζί, που εκτός από ναργιλέ προσφέρει και
αλκοόλ και φαγώσιμα, ξενυχτάει ως τις 5 τα ξημερώματα.
Από την άλλη μεριά της Θησέως, πίσω από το εκκλησάκι, συναντώ το
«Cairo Coffee», που το άνοιξε ο Αιγύπτιος Ναμπίλ πριν δύο χρόνια. Ο ίδιος
εκτιμά ότι κατά 95% οι πελάτες του είναι Έλληνες, κάτι που επεδίωξε άλλωστε εξ
αρχής. «Οι μετανάστες», μου λέει, «δε βγαίνουν έξω, δεν ξοδεύουν». Έτσι
εξηγείται λοιπόν γιατί εδώ δεν έχω ακούσει ποτέ τα ατέλειωτα φωνήεντα της
Φεϊρούζ, αλλά κυριαρχεί το πρόγραμμα του μουσικού καναλιού MAD. Το μαγαζί
σφύζει από νεανικότητα και λαϊκότητα τύπου Μπουρναζίου.
Μαθαίνω ότι υπάρχουν και Πυραμίδες Νο 2 στις Τζιτζιφιές, στην
οδό Πεισιστράτους 87, αλλά δεν προλαβαίνω να πάω απόψε. Είναι περασμένες 11 πια κι εγώ
πρέπει να γυρίσω στους Αμπελόκηπους – την αλεξανδρινή «Μαχμουντία». Μετά τις
12, που σταματά η συγκοινωνία, δεν κυκλοφορεί φτωχός στην Αθήνα – ούτε χούντα
να είχαμε. Εσείς, αν έχετε όχημα ή αν σας περισσεύουν χρήματα για ταξί,
μπορείτε να συνεχίσετε για Τζιτζιφιές, Τουρκολίμανο, Καμίνια, Κορυδαλλό,
Νίκαια, Ψυρρή, Πλατεία Εξαρχείων κι όπου αλλού σας αρπάξει απ’ τα ρουθούνια η
ράθυμη μυρουδιά του ναργιλέ – ο Αντρέας που δουλεύει στην «Αl Sokareia» μου
μαρτύρησε ότι υπάρχουν τριάντα ναργιλεδάδικα σε όλη την Αττική.
Και μην ξεχνάτε: κάποτε ο Τσαρούχης είπε ότι το σπίτι του Χρονά
στην οδό Πανός στην Πλάκα ήταν «το μεγαλύτερο σαλόνι της Μέσης Ανατολής».
Βέβαια κι ο Σαββόπουλος είπε «εδώ είναι Βαλκάνια», κι ο Καραμανλής «ανήκομεν
εις την Δύσιν», κι ο Παπανδρέου «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» - το ίδιο λένε
τώρα κι οι φασίστες. Διαλέγετε ό,τι σας κάνει.
Φωτο: Νίκος Κατσαρός.